Ναυμαχία της Σ

Ναυμαχία της Σ
Κατά τη διάρκεια του B’ Παγκόσμιου πόλεμου στις 19 Ιουλίου 1940 μια ιταλική ναυτική μονάδα αποτελούμενη από μερικά ελαφρά θωρηκτά έλαβε διαταγή να φύγει από την Τρίπολη της Λιβύης και να πάει στη Λέρο με σκοπό να επιτεθεί σε αγγλικές μονάδες στόλου στο Αιγαίο. Κοντά στο ακρωτήριο συνάντησε 4 αγγλικά αντιτορπιλικά τα οποία, μπροστά στην ιταλική υπεροχή, ανάπτυξαν ταχύτητα για να ενωθούν με άλλα αγγλικά για να αντιμετωπίσουν τους Ιταλούς. Με διάφορους ελιγμούς οι Άγγλοι και με τη βοήθεια της αεροπορίας τους επιτέθηκαν στην ιταλική μοίρα και βύθισαν τα θωρηκτά «Κολεόνι» και «Μαύρη Ζώaνη» αλλά οι Ιταλοί βύθισαν το αντιτορπιλικό «Σύδνεϋ».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Έλλης, ναυμαχία της- — Η πρώτη σύγκρουση μεταξύ ελληνικού και τουρκικού στόλου κατά τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο (1912 13), με την οποία εξασφαλίστηκε η ελληνική κυριαρχία στο Αιγαίο και διευκολύνθηκαν οι χερσαίες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο ελληνικός στόλος, υπό τον… …   Dictionary of Greek

  • ναυμαχία — Μάχη μεταξύ πλοίων, θαλασσομαχία. Οι Ρωμαίοι ονόμαζαν ν. τη θεαματική αναπαράσταση μάχης, σε ειδική δεξαμενή, μεταξύ πλούσιων με δούλους ή καταδικασμένους σε θάνατο. Στην αρχαιότητα οι ν. γίνονταν με κύριο όπλο το έμβολο και οι πολεμιστές που… …   Dictionary of Greek

  • ναυμαχία — η μάχη ανάμεσα σε πλοία: Η ναυμαχία της Σαλαμίνας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Χουάν της Αυστρίας, δον- — (Don Juan de Austria, Ρατισμπόνα 1545 – Ναμούρ 1578). Διάσημος Ισπανός πρίγκιπας και στρατιωτικός, νόθος γιος του αυτοκράτορα Καρόλου E’ (Καρόλου A’ της Ισπανίας) και ετεροθαλής αδελφός του βασιλιά Φιλίππου B’ της Ισπανίας. Μεγάλωσε κρυφά, ως… …   Dictionary of Greek

  • Έλλη, ναυμαχία — Βλ. λ. Έλλης, ναυμαχία της …   Dictionary of Greek

  • Αθηνά της Άρκτου — Πολεμικό πλοίο του Λάμπρου Κατσώνη, ναυαρχίδα του στόλου του από τον Απρίλιο του 1789 έως τον Απρίλιο του 1790. Το πλοίο αγοράστηκε το 1788 από τους Έλληνες της Τεργέστης. Πήρε μέρος στις επιχειρήσεις Κύπρου, Συρίας, Αιγύπτου, Καρπάθου, Δυρραχίου …   Dictionary of Greek

  • Τραφάλγκαρ, ναυμαχία του- — Ναυμαχία που έγινε κοντά στο ομώνυμο ακρωτήριο της νοτιοδυτικής ακτής της Ισπανίας (μεταξύ Κάδιξ και Γιβραλτάρ) στις 21 Οκτωβρίου 1805 μεταξύ του αγγλικού στόλου με επικεφαλής τον Νέλσον και του ισπανογαλλικού με επικεφαλής τον Γάλλο ναύαρχο Πιερ …   Dictionary of Greek

  • Μίντγουεϊ, ναυμαχία του- — Αεροναυτική σύγκρουση (4 6 Ιουνίου 1942) μεταξύ των ιαπωνικών και αμερικανικών δυνάμεων, μία από τις σημαντικότερες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Οι Ιάπωνες ήθελαν να καταλάβουν τα νησιά Μίντγουεϊ για να τα χρησιμοποιήσουν ως βάση από όπου θα… …   Dictionary of Greek

  • Ναύπακτος — Πόλη (υψόμ. 15 μ., 12.924 κάτ.) του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Ήταν πρωτεύουσα της πρώην επαρχίας Ναυπακτίας στην οποία υπάγονταν τρεις δήμοι, 57 κοινότητες και 112 οικισμοί. Η Ν. είναι χτισμένη στον Κορινθιακό κόλπο, μεταξύ του Αντιρρίου και των… …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”